Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

Μάρτης 1995 : Η εξέγερση των Αλεβίδων του Γκάζι, στην Κων/πολη

Στις 12 Μαρτίου του 1995, παρακρατικοί άνοιξαν πυρ με αυτόματα όπλα σε σπίτια και καφετέριες στο Γκάζι, συνοικία Αλεβίδων της Κωνσταντινούπολης, σκοτώνοντας έναν άνθρωπο και τραυματίζοντας άλλους 25. Η περιοχή θα μετατραπεί τις επόμενες ώρες σε εμπόλεμη ζώνη……

Αλεβίδες (ή Αλεβίτες)

Οι Αλεβίδες (Alevi) αποτελούν θρησκευτική/ πολιτισμική μειονότητα στην Τουρκία, η οποία μαζί με άλλες παρόμοιες (βλ. Μπεκτασίδες) βίωσαν την κρατική καταστολή ανά καιρούς στα πλαίσια της ομογενοποίησης και της Τουρκοποίησης (1923-34) του εναπομείναντος πληθυσμού στο νέο κατασκευασμένο κράτος ακολουθώντας το τρίπτυχο: Ένα έθνος (Τουρκικό), μιας γλώσσας (Τουρκικά) και μιας Θρησκείας (Σουνι).

Οι Alevi αποτελούν πολυάριθμες και ετερόδοξες κοινότητες , των οποίων πιστεύω και πρακτικές διαφέρουν μεταξύ τους . Στους Alevi διακρίνουμε τέσσερις γλωσσικές ομάδες: Αυτούς που μιλάν τα Azarbayjani τουρκικά και βρίσκονται στο ανατολικό Καρς, τους αραβόφωνους στο νότο σε περιοχές όπως το Hatay και τα Adana, και τέλος τους τουρκόφωνους και Κούρδους (με τους τελευταίους επίσης να χωρίζονται σε αυτούς που μιλανε «ορθά» Κουρδικά και αυτούς που μιλoυν τη διάλεκτο Zaza) οι οποίοι φαίνεται να είναι απόγονοι των επαναστατικών φυλών , θρησκευτικά συγγενών με τους Safavids (1501-1722) ,Ιρανική δυναστεία μικτής καταγωγής (κουρδική, Αζερμπαιτζανική, Γεωργιανή και Ελληνική).

Όσον αφορά τη θρησκευτική διάσταση , οι Αλεβίδες και ο Αλεβισμός διαφέρει έντονα από το σουνιτικό Ισλάμ. Η προσευχή (namaz), η νηστεία του Ramazan, to zakat και το hajj είναι αλλότριες πρακτικές για τις περισσότερες, αν όχι όλες , κοινότητες των Αλεβίδων. Αντι των παραπάνω σουνιτικών «πρέπει» , έχουν τις δικές τους τελετές (cem) τους δικούς τους γέροντες (dede) τα δικά τους θρησκευτικά ποιήματα- ύμνους, και τους δικούς τους τελετουργικούς χορούς στους οποίους συμμετέχουν μαζί άντρες και γυναίκες (Στους Alevi η ισότητα των δυο φύλων είναι κανόνας). Επίσης δεν θεωρούν τη θρησκεία τους ανώτερη κα σέβονται όλες τις άλλες θρησκείες.

Το Κοσμικό κράτος (Κεμαλικό) της Τουρκίας, το οποίο έβαζε τη θρησκεία σε δεύτερη μοίρα, επέτρεψε στους Αλεβίδες να εκφραστούν , κάτι το οποίο δεν ήταν εφικτό επί της ,κατά βάση σουνιτικης, Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεν είναι τυχαίο ότι κατά την πρώτη δυναμική εξέγερση των Κούρδων (1925) , που είχε έντονα σουνίτικα χαρακτηριστικά, οι Κούρδοι Αλεβίδες τάχθηκαν με το μέρος του κράτους. Από την άλλη είναι επίσης γνωστό ότι ομάδες Κούρδων Αλεβίδων εξεγέρθηκαν αρκετές φορές κατά των Κεμαλιστών, αλλα και του κράτους (1920, 1937,1938). Μόνο τις τελευταίες δεκαετίες οι Κούρδοι θα καταφέρουν να ενωθούν Αλεβίδες και Σουνίτες, και να συνυπάρξουν σε αγώνες κοινωνικούς και εθνικο-απελευθερωτικούς. Παρόλα αυτά μεγάλες μερίδες Τούρκων και Κούρδων Αλεβίδων υποστηρίζουν το Κοσμικό κράτος, το οποίο όμως τους έχει φερθεί εχθρικά στα πλαίσια ομογενοποίησης του πληθυσμού.

Σε πολλές μεγάλες πόλεις οι Αλεβίδες ζουν σε «δικές τους» περιοχές, συνοικίες Αλεβίδων , καθώς οι καχυποψίες των υπολοίπων στο πρόσωπο τους είναι έντονες. Οι λόγοι είναι πολύ συγκεκριμένοι : Για τους Θρησκευόμενους σουνίτες και τους ισλαμιστές , η ελευθερία και η ισότητα που χαρακτηρίζει τους Αλεβίδες, τους καθιστά κατώτερους, άπιστους και προκλητικούς. Για το κράτος οι λόγοι είναι δυο. Ο πρώτος έχει να κάνει με την αποτυχία ομογενοποίησης του πληθυσμού, ενώ ο δεύτερος έχει να κάνει με την παραδοσιακή ριζοσπαστικότητα των Αλεβίδων η οποία στα τέλη του 60 και αρχές του 70 θα τους οδηγήσει σε μεγάλο βαθμό στην πολιτικοποίηση και ένταξή τους σε αριστερές ,κινηματικές και αντάρτικες, ομάδες όπως αυτές του Dev-Sol (Επαναστατική Αριστερά, μεγάλο σκληροπυρηνικό ρεύμα που εxει και κινηματική και ,κυρίως, ένοπλη-αντάρτικη δράση από τα τέλη του 70 μέχρι και τις μέρες μας) και του PKK. Αυτή η ριζοσπαστικοποίησή τους είναι που τους έχει μετατρέψει σε σχεδόν πολιτισμική μειονότητα, παρά θρησκευτική. Η δικτατορία του 1980 στην Τουρκία θα οδηγήσει πολλούς επαναστάτες στις φυλακές, ενώ η ακροδεξιά (Γκρίζοι Λύκοι) θα ενταχθούν στις γραμμές της αστυνομίας και του στρατού και θα παραμείνουν εκεί και μετά το τέλος της δικτατορίας. Αυτές οι αστυνομικές δυνάμεις θα εγκατασταθούν στις περιοχές των Αλεβίδων, κάνοντας τη ζωή τους κόλαση.

Τη δεκαετία του 1990 οι Αλεβίδες θα δεχτούν δυο ισχυρά χτυπήματα.

Το ένα λαμβάνει χώρα στο Sivas όπου το φεστιβάλ των Αλεβίδων (Ιούλης 1993) προς τιμή του ποιητή τους Pir Sultan Abdal (16ος αιώνας) ,που πραγματοποιούνταν σε ένα ξενοδοχείο , δέχτηκε επίθεση από ένα οργισμένο πλήθος Ισλαμιστών και εθνικιστών το οποίο έβαλε φωτιά στο ξενοδοχείο και δεν άφηνε τον κόσμο από μέσα να βγει . Το αποτέλεσμα ήταν 33 Αλεβίδες να χάσουν τη ζωή τους και πολλοί άλοι να τραυματιστούν. Από έρευνες που έγιναν αργότερα αποδείχτηκε ότι όλα έγιναν με την ανοχή της αστυνομίας και του στρατού, ενώ η έντονη καθυστέρηση της πυροσβεστικής δεν ήταν καθόλου τυχαία.

Το δεύτερο χτύπημα θα λάβει μέρος στη συνοικία του Γκαζι ,στην Κων/πολη, το 1995…..

                                
12-15 ΜΑΡΤΙΟΥ- Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΑΛΕΒΙΔΩΝ

Παρακρατικές δολοφονίες

Στις 12 Μαρτίου του 1995 παρακρατικοί άνοιξαν πυρ με αυτόματα όπλα σε καταστήματα και καφετέριες στο Γκάζι , μια συνοικία της Κωνσταντινούπολης. Είκοσι πέντε άνθρωποι τραυματίστηκαν και ένας πέθανε με τη λήξη της επιδρομής των στρατιωτικών.

Με το που μαθαίνεται το περιστατικό μεγάλος αριθμός Αλεβίδων συγκεντρώθηκε στο Γκάζι για να διαμαρτυρηθεί θεωρώντας συνένοχο ή υπεύθυνο και ενορχηστρωτή της επίθεσης το τοπικό αστυνομικό τμήμα της. Το πλήθος Οργισμένο κατευθύνεται απειλητικά προς το αστυνομικό τμήμα φωνάζοντας «οι δολοφόνοι είναι στο αστυνομικό τμήμα, ο δολοφόνος είναι το κράτος» . Οι ντόπιοι μπάτσοι, με τη βοήθεια δυνάμεων καταστολής που καταφθάνουν στην περιοχή χρησιμοποιούν τα όπλα για δήθεν εκφοβισμό , με τη διαφορά όμως ότι στοχεύουν στο πλήθος ..Ακολουθεί πανικός και χάος . Όταν τα πράγματα ησυχάζουν στο έδαφος βρίσκεται πυροβολημένος άλλος ένας διαδηλωτής ενώ δεκάδες άλλοι έχουν τραυματιστεί από σφαίρες μπάτσων. Η συνοικία ξεσπά και αρχίζουν οι πρώτες οδομαχίες μέχρι την άλλη μέρα το πρωί.

Την επόμενη μέρα, 13 Μαρτίου 1995, οργισμένο πλήθος του Γκαζί συγκεντρώνεται έξω από το αστυνομικό τμήμα και πραγματοποιεί επιθέσεις στους μπάτσους αλλά και στο ίδιο το κτίριο. Επιθέσεις πραγματοποιούνται και σε καταστήματα γνωστών δεξιών της περιοχής. Οι συγκρούσεις είναι σφοδρότατες, καθώς αλληλέγγυοι Αλεβίδες και ακρο-αριστεροί φθάνουν στην περιοχή, ενώ φυσικά την εμφάνιση τους κάνουν τα τεθωρακισμένα της αστυνομίας τα οποία πραγματοποιούν συχνά επιδρομές μέσα στη συνοικία καταστρέφοντας οδοφράγματα και κυνηγώντας το πλήθος. Η κατάσταση αρχίζει να βγαίνει εκτός ελέγχου και το τουρκικό κράτος σκέφτεται σοβαρά να χρησιμοποιήσει μονάδες του στρατού για να καταστείλει τις συγκρούσεις που πλέον παίρνουν διαστάσεις εξέγερσης , ταυτόχρονα φέρνει και άλλες αστυνομικές δυνάμεις σχεδόν από όλη την Κωνσταντινούπολη. Κατά την διάρκεια των ασταμάτητων συγκρούσεων οι μπάτσοι θα ανοίξουν αρκετές φορές πυρ δολοφονώντας 15 άτομα, συνολικά 17. Από πλάνα τηλεοπτικών σταθμών από τις συγκρούσεις δεν θα λείψουν επίσης και στιγμές όπου μπάτσοι πανικόβλητοι τρέχουν να σωθούν από τη βροχή αντικειμένων που πέφτουν πάνω τους και επίσης δεκάδες τραυματισμένα γουρούνια που μεταφέρονται στα ασθενοφόρα. Τις επόμενες ώρες η κυκλοφορία στην περιοχή απαγορεύεται και πάνοπλες αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις ζώνουν τη γειτονιά.

Στις 14 Μαρτίου παρατάσσονται επίσημα πλέον τα στρατεύματα στην περιοχή καθώς η αστυνομοκρατία δεν πτοεί τον οργισμένο λαό ο οποίος φαίνεται να ξεπερνάει τον εαυτό του και να μην σταματάει ούτε λεπτό παρά τα 17 δολοφονημένα άτομα που θρηνεί και τις δεκάδες τραυματιών.

Στις 15 Μαρτίου ο κρατικός μηχανισμός έρχεται αντιμέτωπος με αυτό που φοβόταν : τα επεισόδια εξαπλώνονται στο Ümraniye και αργότερα σε άλλες συνοικίες, , όπου κατά την διάρκεια άγριων συγκρούσεων θα δολοφονηθούν 5 εξεγερμένοι ,ενώ περισσότεροι από 20 θα τραυματιστούν. Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι όπλα κατά του πλήθους χρησιμοποίησαν και παρακρατικοί των Γκρίζων Λύκων , που βοηθούσαν κανονικότατα το έργο της αστυνομίας. Την ίδια στιγμή Στο Kızılay ,κεντρική πλατεία της Άγκυρας , πραγματοποιείται πορεία αλληλεγγύης στους εξεγερμένους του Γκαζι, όπου δέχεται την επίθεση των δυνάμεων καταστολής αφήνοντας πίσω 36 διαδηλωτές σακατεμένους.

Το κράτος κάνει προσπάθειες να διαπραγματευτεί με διάφορους εκπροσώπους των κοινοτήτων των Αλεβίδων ,οι οποίες διαπραγματελυσεις όμως δεν οδηγούν πουθενά Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και οι επίσημοι εκπρόσωποι των Αλεβίδων δέχονται ταπινοτικές εξυπνάδες και ύβρεις από τις δυνάμεις καταστολής.

Οι αξιωματικοί των στρατιωτικών δυνάμεων , που στα μάτια του κόσμου δεν είναι τόσο εχθρικοί όσο είναι οι μπάτσοι, προσπαθούν με τη σειρά τους να διασπάσουν τους φιλήσυχους , αλλα οργισμένους, Αλεβίδες, από τους οργισμένους, αλλά βίαιους και εξεγερμένους Αλεβίδες. Εκει θα ακουστεί και το καταπληκτικό από Ανώτατο αξιωματικό, «τι καλύπτεται τα πρόσωπά σας με κόκκινα μαντίλια, εμείς δεν είμαστε εχθροί σας, είμαστε ένα έθνος, ένα κράτος». Παρακάτω ο ίδιος αξιωματικός θα απαιτήσει την διάλυση των οδοφραγμάτων καθώς όπως λέει « δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν περιοχές που φαντάζουν αυτόνομες, μέσα σε τουρκικό έδαφος».

Τίποτα όμως δεν μπορούσε να σταματήσει την οργή κα τον θυμό όλης της κοινότητας. Ακόμα και γιαγιάδες και παπούδες ύψωναν τις γροθιές τους μπροστά στα τεθωρακισμένα και φυσικα τρώγαν ξύλο δίχως να υποχωρούν. Η απαγόρευση εισόδου και εξόδου στην περιοχή έκανε τα πράγματα πολύ δύσκολα, καθώς δεν υπήρχε η δυνατότητα για αλληλέγγυους να πλησιάσουν, ενώ παράλληλα άλλες συνοικίες Αλεβίδων , όπου με τη σειρά τους είχαν εξεγερθεί, ήταν τώρα κάτω υπο έντονο αστυνομικό κλοιό.

Το κράτος τις επόμενες μέρες κατάφερε να επαναφέρει την ησυχία την τάξη και την ασφάλεια στο Γκαζί καθώς η αστυνομοκρατία και η στρατιωτικοποίηση της περιοχής δεν άφηνε και πολλά περιθώρια στους περικυκλωμένους εξεγερμένους για περεταίρω δράση. Πόσο μάλλον όταν οι εξεγερμένοι θρηνούσαν κιόλας ήδη 22 νεκρούς (17 σε Γκαζι και 5 στο Ümraniye).

Δικαστική Εξουσία…

Οι εκθέσεις νεκροψίας αργότερα αποκάλυψαν ότι 17 από τους νεκρούς σκοτώθηκαν από σφαίρες από τα όπλα των μπάτσων. Το δικαστήριο έκρινε μόνο δύο αστυνομικούς ένοχους για όλο τα μακελειό, οι οποίοι απελευθερώθηκαν από τη φυλακή το 2002. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταδίκασε την Τουρκία σε ένα σύνολο 510 χιλιάδων ευρώ , κατόπιν αιτήσεως από τις οικογένειες των θυμάτων

Για τα γεγονότα και τον χειρισμό της κατάστασης φαίνεται πως είναι υπεύθυνοι οι Nahit Menteşe που ήταν ο Υπουργός Εσωτερικών, ο Hayri Kozakçıoğlu ήταν ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, ο αρχηγός της Αστυνομικής Διεύθυνσης Κωνσταντινούπολης , Mehmet Agar και επικεφαλής των αστυνομικών επιχειρήσεων ο Νετζντέτ Menzir. Οι τρεις τελευταίοι αργότερα έγιναν βουλευτές ,ενώ συγκεκριμένα ο Menzir έλαβε ακόμη και τη θέση του Υπουργού Εσωτερικών.

Ακόμα και ο Adem Albayrak , ένας από τους δυο μόνο μπάτσους που έφαγαν ποινές για τα γεγονότα ,είχε δηλώσει ότι, «οι Menzir, Agar και Kozakçıoğlu διεύθυναν την επιχείρηση, αλλά μόνο αυτός και ο συνάδελφός του πήραν ποινές φυλάκισης.

Με τις δίκες τις υπόθεσης Ergenekon και της έντονης παραστρατιωτικής δράσης στην Τουρκία, σιγά σιγά αρχίζουν να έρχονται στην επιφάνεια στοιχεία και για τα γεγονότα του Γκαζί.

Κατά το πρώτο κατηγορητήριο της υπόθεσης Εργκένεκον, το μακελειό του Γκάζι εμφανίζεται ως εξής. Στη σελίδα 254, ένας μάρτυρας του οποίου η ταυτότητα παραμένει κρυφή, για ευνόητους λόγους, λέει ότι ο πρώην Γενικός Στρατού Veli Küçük συμμετείχε στο σχεδιασμό της επίθεσης με όπλα προς τις καφετέριες στην περιοχή Γκάζι. Αναφέρει επίσης τα ονόματα άλλων αξιωματικών.

Επίσης στη σελίδα 260, ο διαβόητος μαφιόζος Sedat Peker αναφέρεται σε γνωστά πρώην μέλη των ειδικών δυνάμεων που συμμετείχαν στο περιστατικό.


Περίληψη της εκπομπής που πραγματοποιήθηκε στις 27.3.2010
σχετικά βίντεο:

Επειδή τα πάντα εξηγούνται (version 2)

Επειδή τα πάντα εξηγούνται:


O αναρχικός χώρος είναι πολυμορφικός και φαίνεται πως κάποιοι δεν μπορούν να το χωνέψουν. Όταν πιστεύεις ότι ανήκεις σε αυτόν τον χώρο-κόσμο και βλέπεις ανταγωνιστικά κάποιες τάσεις του σημαίνει ότι το μικρόβιο της κυριαρχίας έχει μπει μέσα σου και σιγά σιγά σε τρώει.

Οι κόντρες στο εσωτερικό της αναρχίας της Θεσσαλονίκης βασίζονται ακριβώς στην παραπάνω διατύπωση. Στην «νεότερη ιστορία» της, το κλίμα αρχίζει να δυναμιτίζεται με τη σύλληψη της Χριστίνας Τονίδου, όπου μετά τα επεισόδια της Δ.Ε.Θ τον Σεπτέμβρη του 2007 και τη σύλληψη της , κυκλοφόρησε ένα κείμενο το οποίο μοιράστηκε σε όλες τις αναρχικές καταλήψεις και στέκια της Θεσσαλονίκης. Το κείμενο, βγαλμένο μέσα από συνέλευση της Υφανέτ ( με την ανοχή και συνενοχή διάφορων «ουδέτερων» συντρόφων και συλλογικοτήτων) δεν ήταν τίποτε άλλο από μια επίθεση προς την συγκρουσιακή δράση και κάποιους από τους εκφραστές της (στοχοποιώντας το κατειλημμένο στέκι Ναδίρ). Μια κριτική που απαιτούσε διάσπαση και διαχωρισμό του αναρχικού χώρου σε «σωστούς και λάθος», «μπάχαλους και μη», «πολιτικοποιημένους και απολιτικούς», σε «κάνγκουρες και αγωνιστές» και θεωρούσε εμμέσως πλην σαφώς υπεύθυνη την συντρόφισσά για τη σύλληψή της , επειδή συμμετείχε στα συγκεκριμένα επεισόδια με τα συγκεκριμένα άτομα. Κάποιοι προσπάθησαν με σχέδιο να περιθωριοποιήσουν κομμάτια του αναρχικού- εξεγερτικού χώρου αφού πρώτα τα καταδίκασαν γι’ αυτό που είναι , μέσα από συνελεύσεις που μετατράπηκαν σε «λαϊκά δικαστήρια» (για όσους δεν θυμόυνται υπήρξαν προσπάθεις να διωχτεί ανεπιθύμητος, για τους αναρχο-τσιφλικάδες, κόσμος απο συνελεύεις). Τα γράμματα της Χριστίνας από τη φυλακή δεν θα μπορούσαν φυσικά να μείνουν εκτός σχολιασμών και βιαστικών ερμηνειών που ήθελαν τη συντρόφισσα «να μην γνωρίζει καν αν είναι αναρχική ή όχι» και κατ επέκταση «να μην ήξερε τι έκανε στα επεισόδια». Ακολούθησε ένα παραλήρημα συστηματικής λασπολογίας και διαστρέβλωσης γεγονότων το οποίο ποτέ δεν σταμάτησε ,παρά μόνο κόπασε μετά από ένα διάστημα και συνεχίστηκε «ψιθυριστά» μέσα στις γνωστές κλίκες του χώρου. Φυσικά ένα ενδεχόμενο σχέδιο εισβολής στο Ναδίρ για παραδειγματισμό των συντρόφων -«μπάχαλων»- που επέλεξαν να συγκρουστούν-«κάνουν καγγελάκι»- , ενώ όλοι οι υπόλοιποι δεν κατεβήκανε καν στο δρόμο , αποφεύχθηκε κι αυτό επειδή οι «ενορχηστρωτές» του παραληρήματος γνώριζαν πολύ καλά πως κάτι τέτοιο θα έφερε βάρβαρα και βάναυσα αποτελέσματα για όσους το επιχειρούσαν . Μια τέτοια επίθεση παραδειγματισμού θα πραγματοποιηθεί λίγα χρόνια αργότερα στην street attack, για άλλους λόγους, αλλά πάνω κάτω από τους ίδιους «ενορχηστρωτές». Εκείνο το διάστημα οι υποτιμητικές ταμπέλες θα έχουν την τιμητική τους, ετοιμάζοντας το έδαφος για μια σειρά κινήσεων διασπαστικών, με κύρια αυτήν της καταστολής στις πορείες.

…Δεν είναι λίγες οι φορές όπου σε πορείες διάφοροι «σύντροφοι» αναλαμβάνουν να διατηρήσουν την τάξη στα αναρχικά μπλοκ. Συνήθως άτυποι αντιπρόσωποι του «αναρχικού συνόλου» που δεν επιθυμούν να διαταραχθεί η ηρεμία και η αθωότητα του μπλοκ καθώς κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε ανεπιθύμητα αποτελέσματα όπως χρήση δακρυγόνων και συλλήψεις. Ο ρόλος του τιμωρού γίνεται πράξη κάθε στιγμή που ο «σύντροφος μπάτσος» ορμάει στον «σύντροφο μπάχαλο» με στόχο να τον εμποδίσει να χαλάσει την αρμονική πλαστή , συντροφική, συνύπαρξη. Η δράση των «συντρόφων μπάτσων» νομιμοποιείται όταν οι «σύντροφοι μπάχαλοι» μειοψηφούν όποτε και δρουν σε αντίθεση με τη γενική βούληση. Νομιμοποιείται επίσης μέσα από την, πολλές φορές , κατασκευασμένη τρομολαγνεία του «ΔΕΝ ΜΑΣ ΠΑΙΡΝΕΙ», η οποία πανικοβάλει στη σκέψη ότι η επίθεση θα έχει τραγικά αποτελέσματα , άπειρους ξυλοδαρμούς και μαζικές συλλήψεις. Ακόμα και σε περιπτώσεις ανευθυνότητας , λάθος στιγμής και λάθος κινήσεων από την πλευρά συντρόφων που επιλέγουν να κινηθούν επιθετικά, δεν δικαιολογείται σε καμία περίπτωση η κατασταλτική νοοτροπία και οι υπερασπιστές της. Κι όμως όλοι το ανεχόμαστε και μάλλον όλοι το νομιμοποιούμε αφού «για να μην χαλάσει η φάση» ποτέ δεν αντιδρούμε ουσιαστικά………

Η παρά πάνω πρακτική μπορούμε να πούμε πως έριχνε κάθε φορά λάδι στη φωτιά , οδηγώντας τα πράγματα σε μια κωμικό-τραγικότητα (βλ. Ξυλίκια μέσα στο μπλοκ και οι μπάτσοι να χαζεύουν). Στις 21.06.08 θα πραγματοποιηθεί η περιβόητη πορεία του Ευόσμου, η οποία θα σπάσει σε τρία κομμάτια: αυτούς που επιτέθηκαν στους μπάτσους, ενώ αρχικά δεν είχε κανονιστεί κάτι τέτοιο, αυτούς που λειτουργώντας άκρως διασπαστικά επέλεξαν να φύγουν με το πανό αφήνοντας τους υπόλοιπους πίσω και αυτό φυσικά επειδή δεν δίνουν δεκάρα για τις συλλήψεις ατόμων άλλων συλλογικοτήτων ή ακόμα περισσότερο ανένταχτων- αυτόνομων αναρχικών , και τέλος αυτοί που μείναμε στη μέση προσπαθώντας να κρατήσουμε ενωμένο το μπλοκ και να βοηθήσουμε όσους είχαν επιλέξει να συγκρουστούν, εάν τα πράγματα δυσκόλευαν. Στο τέλος της πορείας ακολούθησαν μικροσυμπλοκές μέσα στο μπλοκ , ενώ κάποιοι προσπάθησαν να βγάλουν την κουκούλα από ένα παιδί το οποίο συνέχιζε να πετάει πέτρες τη στιγμή που οι μπάτσοι ήταν έτοιμοι να μας διαλύσουν. Αργότερα ένας πιτσιρικάς θα φάει ξύλο για παραδειγματισμό.

Τα πράγματα και η αντιπαλότητα θα χαθούν ευτυχώς , στην εξέγερση του 2008, όπου όλοι ενωμένοι, σχεδόν, στο δρόμο θα προσφέρουμε νύχτες φωτιάς και βιας στους δρόμους της Θεσσαλονίκης. Όχι ότι οι διαφορές δεν υπήρξαν , ευτυχώς όμως δεν επηρέασαν και τόσο τα πράγματα. Ο Δεκέμβρης αφήνει πίσω του μικρούς και μεγάλους γαβριάδες και μια καταστροφική δύναμη την οποία αδυνατούμε και εμείς οι ίδιοι να εξηγήσουμε.

Μετά τον Δεκέμβρη τα πράγματα θα γυρίσουν σύντομα στον παλιό καλό καιρό. Οι «σύντροφοι μπάτσοι» θα ξανά αρχίσουν τις επιθέσεις στους «συντρόφους μπάχαλους» και το αντίστροφο. Τα δυο «είδη», αλλά κυρίως οι πρώτοι , απαιτούν από τον κόσμο να διαλέξει στρατόπεδο, αλλιώς χαρακτηρίζονται και αυτοί ως «μπάχαλοι» ή «φίλοι μπάχαλων». Στα πλαίσια αυτής της αντιπαράθεσης ,η οποία με τον καιρό προσωποποιείται σε συγκεκριμένα άτομα, το Μαη του 2009 στην συναυλία των ska-p κάποιοι παιδιά θα φαν ξύλο από μεθυσμένους πάνκηδες. Θα ακολουθήσει ίσως η πιο προσβλητική κίνηση που θα μπορούσαν ποτέ να κάνουν οι αναρχο-κλίκες ή αναρχο-τσιφλικάδες ή επαγγελματίες αναρχικοί :ΝΤΟΥ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ!. Τα γνωστά άγνωστα καθίκια θα πραγματοποιήσουν μια , από καιρό, σχεδιασμένη εισβολή στην κατάληψη street attack. Στην επίθεση παραδειγματισμού, συμμετείχαν 90 περίπου άτομα , οι οποίοι κάλεσαν κινηματική συνέλευση και μέσα σε λίγα λεπτά είχαν το σχέδιο έτοιμο , όταν σε συνελεύσεις γα φασίστες μιλάν 4 ώρες και στο τέλος δεν κάνουνε και τίποτα(και αν εσάς δεν σας βρομάει κάτι εδώ, εμάς μας βρομάει από χιλιόμετρα). Πέρα από το παράλογο της υπόθεσης, να καλεστεί κινηματική συνέλευση, η διαδικασία είχε και βαφτίσια. Κάποιοι «μπάχαλοι» βαφτίστηκαν ηθικοί αυτουργοί των γεγονότων στη συναυλία και έπρεπε να τιμωρηθούν. Για την ιστορία η street attack σπάστηκε , ενώ ξυλοφορτώθηκαν και άτομα που δεν είδαν καν το περιστατικό στη συναυλία, την προηγούμενη μέρα. Μήπως κάτι σας βρομάει, ξανά;. Αργότερα για να κουκουλωθεί η φάση οι μισοί θύτες θα πουν ότι πήγαν εκει για να προστατέψουν τη street, από τη μανία των πιο αποφασισμένων τιμωρών, ενώ άλλοι, οι λιγότεροι, θα παραδεχτούν ότι πήγαν για να ξυλοφορτώσουν. Οι δεύτεροι τουλάχιστον θα αποδειχτούν ειλικρινείς.

Μετά το πέσιμο στην street attack θα ξεκινήσει , όπως τον καιρό της σύλληψης της Χριστίνας Τονίδου, μια λασπολογία η οποία στόχευε πάλι σε συντρόφους που αρνήθηκαν να συμμετέχουν στην τσιφλικο-επίθεση. Οι ανελέητοι τσιφλικο-ανάρχες θα παν ένα βήμα παρά πέρα βγάζοντας βρόμες ότι γνωστοί αναρχικοί της Θεσσαλονίκης είναι « πράκτορες του κράτους», «φασίστες» ή αν όχι φασίστες «απολιτικοί που ίσως έχουν σχέση με φασίστες». Αρκετοί σύνροφοι θα κατηγορηθούν σκοπίμως οτι καλύπτουν τους πάνκηδες ,πρωταγωνιστές των γεγονότων στη συναυλία, σύντροφοι οι οποίοι όχι μόνο δεν κάλυπταν ή στήριζαν την street attack, αλλά δεν είχαν καν σχέση με τα συγκεκριμένα άτομα και ακόμα περισσότερο με την κατάληψη και την κοσμοθεωρία της (άλλοι τους έγλυφαν την περίοδο όπου ο κίνδυνος εκκένωσης καταλήψεων είχε φουντώσει). Με τις ίδιες κατηγορίες θα φορτωθούν  και διάφοροι αναρχίζοντες (συμπαθούντες του χώρου) που δεν συμμετείχαν στην «κινηματική» ξευτίλα της εισβολής σε κατάληψη. Οι κατηγορίες και η λασπολογία θα συνεχίσουν και συνεχίζουν.

Τον Φεβρουάριο του 2010 Θα ακολουθήσει η επίθεση στην Φάμπρικα Υφανέτ και θα στηθεί ένα ολόκληρο πανηγύρι περι «φασιστικής επίθεσης» στην κατάληψη, περί γνωστών φασιστών της Τούμπας κ.α πολλά ανούσια πράγματα. Ο κόσμος σύντομα μαθαίνει ότι το πέσιμο δεν είναι από φασίστες, παρόλα αυτά η είδηση παραμένει σε πολλές ιστοσελίδες, ενώ καλείται αντιφασιστική πορεία. Αν και είμαστε φανατικοί αρνητές ,εσωτερικών, επιθέσεων σε καταλήψεις και δεν πρόκειται ποτέ να ακολουθήσουμε τέτοιες πρακτικές και αυτό επειδή δεν είμαστε αφεντικά και μπάτσοι στην πόλη αλλά αναρχικοί, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί κάποιοι επιλέγουν να κινηθούν έτσι, χρησιμοποιώντας λογικές των ΜΜΕ( διαστρέβλωση, λάσπη ,παραπληροφόρηση). Όλα έχουν να κάνουν με το μικρόβιο της κυριαρχίας. Πώς χαρακτηρίζεται μια επίθεση φασιστική , με ποια κριτήρια και προς το συμφέρον ποιανού; ΑΝ είναι η επίθεση στην Υφανέτ φασιστική γιατί δεν αποδεχόμαστε ότι και η εισβολή στην street attack είναι επίσης φασιστική. Μάλλον για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους . ΤΕΤΟΙΕΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΦΑΣΙΣΤΙΚΕΣ, ΑΛΛΑ ΑΚΡΩΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΕΣ. Αν κάποιοι έχουν προσωπικά προβλήματα με κάποιους άλλους να τα λύνουν μόνοι τους, μεταξύ τους και με φίλους , όχι όμως στο όνομα της αναρχίας. Κανένας δεν έχει το μονοπώλιο στην αναρχία και κανένας δεν μπορεί να τη θεωρεί ιδιοκτησία του και τσιφλίκι του. Δυστυχώς η αλήθεια είναι ότι πολλοί την βλέπουν τσιφλίκι τους και ξεχνάν πολύ εύκολα ότι εχθρός μας είναι το κράτος και όχι ο , υποτιμητικά , «μπάχαλος», Κώστας, Γιάννης , Μπάμπης, Σοφία… Στην τελική τέτοιοι χαρακτηρισμοί δεν διαφέρουν καθόλου από αυτούς που μας δίνει η δημοκρατία: «γνωστούς- άγνωστους», «βάνδαλους» κ.α.
 
Παρόλο που μια από τις καθημερινές, προσωπικές μάχες των αναρχικών πρέπει να είναι και η προσπάθεια αποτίναξης κάθε εξουσιαστικής νοοτροπίας από πάνω μας, διάφοροι «αναρχικοί» συνεχίζουν να υιοθετούν όλο και περισσότερες ιεραρχικές και κυριαρχικές αντιλήψεις, μετατρέποντάς τες σε πράξη στο εσωτερικό του χώρου. Ακόμα και η επιλεκτική αλληλεγγύη σε αναρχικούς κρατούμενους (και επειδή μιλάμε για Θεσσαλονίκη, βλέπε περιπτώσεις   Χ.Τονίδου,  και αργότερα Π.Γεωργιάδη όπου η συμπαράσταση ήταν σχεδόν μηδαμινή) δείχνει ακριβώς ότι υπάρχει κόσμος ο οποίος δεν ενδιαφέρεται για τον αντικρατικό αγώνα , αλλά για το αν ο φυλακισμένος είναι στη μια ή την άλλη τάση, όποτε αναλόγως ή θα παίξει ή δεν θα παίξει αλληλεγγύη. Για περιπτώσεις όπως αυτή του Κουνταρδά, δεν χρειάζεται καν να συζητήσουμε γιατί πρόκειται για ένα άτομο που έτσι κι αλλιώς είχε φάει λάσπη, επειδή για κάποιους ήταν ήδη « αμαρτωλός» καθώς ήταν χουλιγκάνι και δεν ήταν ταιριαστό να ανήκουν στην αναρχική, ψαγμένη- διαβασμένη- ακαδημαϊκού τύπου , ελίτ και να στηρίζουν αληταρία , πόσο μάλλον όταν αυτά τα αληταρία τολμούν και «τρελαίνονται» και μας αποκαλούν μασόνους , ενώ "εμείς" «υγιείς» πίνουμε καφέδες και αναλύουμε ή κριτικάρουμε θεωρίες,προκηρύξεις και πρακτικές. Πάλι για την ιστορία, τον Κουνταρδά τον θυμήθηκαν όλοι όταν «μας πρόδωσε», ενώ η δράση του μέσα και έξω από τις φυλακές και η εκδικητικότητα του κράτους απέναντί του απλά ξεχάστηκε .Κατά τα άλλα ο χώρος είναι αλληλέγγυος και πολυμορφικός….

Το θετικό των όσων συμβαίνουν στη Θεσσαλονίκη είναι ότι ο περιβόητος «αναρχικός χώρος» απομυθοποιείται και ξεσκεπάζει τους όσους περαστικούς και τσιφλικάδες προσπαθούν να πουλήσουν «αναρχική ορθότητα» μέσα από τις ελίτ τους που πολλές φορές δεν αγγίζουν καν την κοινωνικό-ταξική πραγματικότητα, μα χτίζουν ένα ακαδημαϊκού τύπου προφίλ του σνομπιστικού μικρόκοσμου τους , μέσα από φαινομενικά προχωρημένα συνθήματα , κείμενα και μπλα μπλά.

Παρόλα αυτά ο ίδιος ο αναρχικός χώρος , απομυθοποιημένος μεν, δείχνει τον αυθεντικό αντικρατικό, αντικαπιταλιστικό και αντι-ιεραρχικό του χαρακτήρα μέσα από τη δράση του , κινηματική και αντάρτικη, και μέσα από κάποιες αξίες όπως είναι η συντροφικότητα, ο αλληλοσεβασμός και η συλλογικότητα .

Όσο για τα εξουσιαστικά τσογλάνια και τα καθίκια που ξεπηδούν σαν μανιτάρια μέσα στον χώρο θα αναμετρηθούμε κάποια στιγμή ,με καμία κάλυψη και στο όνομα κανενός, αναπόφευκτα (και όχι λόγο μαγκιάς) καθώς αναρχία και ιεραρχία δεν μπορουν να συνυπάρξουν για πολύ καιρό....


Η γουρούνι Η άνθρωπος







Τετάρτη 24 Μαρτίου 2010

Ο ΤΥΧΑΙΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΜΙΑΣ ΔΙΚΗΣ (για τον Νίκο Κουνταρδά)

Με αφορμή την απόπειρα αυτοκτονίας που έκανε ο Νίκος Κουνταρδάς, αναδημοσιεύουμε ένα κείμενο το οποίο γράφτηκε κατα τη διάρκεια της τελευταίας του δίκης για την υπόθεση Πολυζογόπουλου.

Σήμερα ξεκίνησε η δίκη του αναρχικού και συντρόφου Νίκου Κουνταρδά για τον ξυλοδαρμό του Πολυζωγόπουλου . Μια υπόθεση που κάποτε απασχόλησε παρά πολύ τον αναρχικό χώρο, με πορείες, αντάρτικα χτυπήματα, μικροφωνικές και καταλήψεις. Σήμερα όμως ενημερωνόμαστε για μια δίκη η οποία για γνωστούς λόγους έχει γίνει «φάντασμα» και απλά αναφέρεται ως ένα απλό γεγονός χωρίς να υπάρχει πουθενά ενημέρωση, κάλεσμα ή οτιδήποτε άλλο που το αφορά . Αυτό μπορεί πολύ εύκολο να χαρακτηριστεί ως «η χαρά του ΠΑΣΟΚ» που θα δικάσει «έναν αλήτη ο οποίος δεν έχει καν συντρόφους».

Ο Νίκος Κουνταρδάς είχε από την αρχή εχθρούς από διάφορους χώρους που πολύ εύκολα καταδικάζουν συντρόφια για την διαφορετικότητά τους (από αυτούς). Κι όμως δεν είναι ο φόβος του Άλλου , πο συνηθίζεται να λέγεται , αλλά μια σκόπιμη και συνειδητή επιλογή αδιαφορίας και συνάμα διαστρέβλωσης γεγονότων , δράσεων κ.α (ο κατάλογος είναι τιτάνιος)

Ο Νίκος Κουνταρδάς μπαινοβγαίνει στις φυλακές αρκετό καιρό, με πιο χυδαία και προκλητικότατη κίνηση του κράτους να τον οδηγήσει στα μπουντρούμια λόγο πανό που τοποθέτησε μέσα σε γήπεδο. Αν και πρόκειται για τεράστια θρασύδειλη πρόκληση του κράτους , γνωρίζαμε από την αρχη ότι πολλοί πολιτικάντηδες του αναρχικού χώρου δεν θα τον στήριζαν , λόγο του ότι πρόκειται για μια κίνηση σε κερκίδα ( δεν χρειάζεται να αναφέρουμε καν τη σάπια αντίληψη πολλών για μερίδες hooliganων που προσπαθούν κάτι να κάνουν μέσα στα γήπεδα). Κι όμως αυτό δεν ήταν το τελικό χτύπημα γιατί πάλι το να συλλαμβάνεσαι για ένα πανό και να μπαίνεις φυλακή είναι «χοντρό» αρκετά για να συνεχίσει κάποιος τη λασπολογία κατά του συντρόφου.

..Φάνταζε σαν τηλεοπτική εκπομπή τύπου «Να η ευκαιρία» η λάθος κίνηση του Κουνταρδά, η οποία ήταν ότι καλύτερο περίμεναν τα κοράκια που ξεστομίζουν τη λέξη «αναρχία» λες και πεταν ζάρια στο τάβλι. Ο «τρελός» Κουνταρδας που μόλις βγήκε από τη φυλακή πήγε και παραδόθηκε για τους δικούς του λόγους στους μπάτσους είναι πρώτον, «τρελός» και δεύτερον «κάνει ότι ναναι» Ποιο το συμπέρασμα – αποτέλεσμα.; ΟΥΤΕ ΝΕΡΟ ΟΥΤΕ ΨΩΜΙ…

Το μήνυμα «ούτε νερό ούτε ψωμί» το έχει λάβει και ο ίδιος, αλλά και το κράτος το οποίο τρίβει τα χέρια του μπροστά στη θέα της συνειδητής αδιαφορίας του χώρου σε μια τέτοια δίκη και έναν σύντροφο τον οποίο ο κρατικός μηχανισμός έχει βαλθεί να εξοντώσει με οποιονδήποτε τρόπο. Πρώην «θαυμαστές» του παθήματος του Πολυζωγόπουλου, γυρνάν την πλάτη στον Νίκο και πολλοί περιμένουν με το μαχαίρι στο χέρι για το επόμενο «λάθος» που θα κάνει ο οποιοσδήποτε σύντροφος που «θα τρελαθεί» ή «δεν θα ξέρει τι λεει».. γιατι στην τελική δεν έχεις δικαίωμα να τρελαίνεσαι όταν εμείς οι «επαναστάτες» πίνουμε καφέ και σχολιάζουμε αν μας αρέσει ο επαναστατικός αγώνας ή η Σέχτα….




Η γουρούνι Η άνθρωπος
 (11-1-2010)


Κυριακή 21 Μαρτίου 2010

Newroz: Η γιορτή των Κούρδων

Σήμερα σε όλη την Τουρκία γίνονται εκδηλώσεις στα πλαίσια της γιορτής του Newroz, όπου οι Κούρδοι υποδέχονται την άνοιξη. Η συγκεκριμένη γιορτή αποτελεί κατά κάποιο τρόπο όπλο των Κούρδων, καθώς είναι μια από τις λίγες φορές που τους δίνεται ευκαιρία να μιλήσουν ανοιχτά για τα δικαιώματα τους, αλλά και τα δικαιώματα άλλων μειονοτήτων εντός της Τουρκίας.



Σήμερα επιλέξαμε να συμμετέχουμε και εμείς σε αυτήν την εκδήλωση οπου έγινε σε μια τεράστια αλάνα στο Zeytinburnu,της Κων/πολης. Όταν φτάσαμε εκεί , γύρω στις 10.30 π.μ , χιλιάδες κόσμου ερχόταν από διάφορα μέρη της Πόλης σχηματίζοντας μεγάλες ουρές στους δρόμους. Υπολογίζεται πως ο κόσμος που συμμετείχε άγγιξε τους 500.000. Σε όλη τη διάρκεια της γιορτής ακούγονταν ομιλίες, συνθήματα και φυσικά τραγούδια και χοροί. Η γιορτή θύμιζε περισσότερο πολιτική παρέμβαση , παρά έθιμο παραδοσιακό. Σε μεγάλες οθόνες παίζονταν φωτογραφίες δολοφονημένων , από το κράτος, Κούρδων, καθώς και βίντεο από πορείες και επεισόδια. Κάποια στιγμή τον λόγο πήρε και ένας αντάρτης του PKK, φορτίζοντας το κλίμα συγκινησιακά.



Οσον αφορά την πολυμορφία της συμμετοχής αξίζει να αναφέρουμε ότι πέρα από τους Κούρδους που ήταν η συντριπτική πλειοψηφία στον χώρο υπήρχε παρουσία όλης σχεδόν της αριστεράς (πλην του Τουρκικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ΤΚP), καθώς και των αναρχικών. Χαρακτηριστική ήταν και η παρουσία υποστηρικτών του PKK οι οποίοι με καλυμμένα τα πρόσωπά τους φώναζαν συνθήματα για τον Abdulah Ocalan.



Τα θέματα των ομιλιών και των συνθημάτων ήταν ποικίλα, από δημοκρατικά μέχρι επαναστατικά, ενώ το περιεχόμενο τους δεν είχε να κάνει μόνο με τους Κούρδους σαν μειονότητα αλλά έθιγε ανοιχτά ζητήματα Κρατικής καταστολής, πολιτικών κρατούμενων και δικαιώματα άλλων μειονοτήτων μέσα στην Τουρκία.



Ένα άλλο πράγμα το οποίο μας έκανε τρομερή εντύπωση (ίσως επειδή είμασταν λίγο προκατειλημμενοι) ήταν ότι καθόλη τη διάρκεια των εκδηλώσεων και των ομιλιών δεν ακούστηκε ούτε μια στιγμή η λέξη έθνος (π.χ Κουρδικό έθνος)αντιθέτως η λέξη λαός (Κουρδικός λαός) είχε τη τιμητική της . Επίσης δεν ακούστηκε οτιδήποτε πατριωτικό ή εθνικιστικό .



Ο κρατικός μηχανισμός φυσικά ήταν στην τσίτα. Χιλιάδες μπάτσοι και δεκάδες τεθωρακισμένα υπήρχαν γύρω από τον τόπο της εκδήλωσης ,αλλά σε κάποια απόσταση ώστε να μην προκαλούν.



Συνήθως στη γιορτή του Newroz ξεσπούν επεισόδια με τους μπάτσους, κυρίως σε Κουρδοκρατούμενες περιοχές της ανατολής, αλλά και σε συνοικίες των πόλεων. Εμείς φύγαμε γύρω στις 3 το μεσημέρι, αλλά ξέρουμε ότι η νύχτα είναι μεγάλη…


Σάββατο 20 Μαρτίου 2010

Για τη σημερινή εκπομπή...

Συντρόφια , η σημερινή εκπομπή δεν θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί καθώς κόπηκε η σύνδεση με Θεσσαλονίκη και θα μας πάρει κάμποση ώρα μέχρι να ξανα συνδεθούμε.
Η εκπομή με θέμα την εξέγερση των Αλεβίδων του Γκάζι, συνοικία της Κων/πολης(Istanbul), τον Μάρτη του 1995, θα πραγματοποιηθεί το επόμενο Σάββατο.
Φιλικά- Συντροφικά
Hit n Run (Istanbul-Salonika)
20.3.2010

Πέμπτη 11 Μαρτίου 2010

κείμενο της Αρχειοθήκης για τον σύντροφο Λάμπρο Φούντα

Ο αγώνας όσων παλεύουν ενάντια σε κάθε μορφής εξουσία, που αγωνιούν για κάθε «στιγμή» που δεν πρέπει να «πάει χαμένη» και διατηρούν με πείσμα την πεποίθηση ότι δεν είμαστε αδύναμοι να στεριώσουμε έναν κόσμο ελεύθερο και ανεξούσιο, απέχει από κάθε είδους μυθολογία όσο η γη από το φεγγάρι.

Ο αγώνας αυτός είχε, έχει και θα έχει αμέτρητους νεκρούς, αιχμάλωτους, αλλά και ανθρώπους που παραιτούνται γιατί χάνουν τις ελπίδες τους ή συμβιβάζονται γιατί η εξουσία βρήκε την «μικρή» ή την «μεγάλη» τιμή για να τους αγοράσει.

Όποιοι, λοιπόν, ψάχνουν για αγιογραφίες, για μάρτυρες ή για σωτήρες, για ήρωες και «ιερά τέρατα», δεν διαφέρουν τελικά σε τίποτα από εκείνους, που δεν χάνουν ευκαιρία να δείχνουν με το δάκτυλο τούς «τυχοδιώκτες», «τα απολωλότα πρόβατα», τους «ύποπτα παρεκκλίνοντες», τους πολιτικά «χαμένους από χέρι». Αναλώσιμα τα «υπερβατικά όντα» που εικονίζουν οι μεν, αναλώσιμοι και οι «ακραίοι» από τους οποίους διαχωρίζονται οι δε. Και στην μια περίπτωση και στην άλλη το ζητούμενο είναι η λήθη όσο και αν ευαγγελίζονται το αντίθετο οι υπέρμαχοι της μιας ή της άλλης κατηγορίας. Για «θυσιασμένους» μιλούν «εκστασιασμένοι» οι μεν, τα όρια της «απώλειας» προσδιορίζουν και οι δε με πολιτική ευλάβεια. Εξ ίσου ελάχιστη σημασία έχει αν η σύγκλιση επιτυγχάνεται λόγω φανατισμού ή ψευδαισθήσεων, άγνοιας ή σκοπιμότητας, για λόγους πολιτικής επιβίωσης και προβολής ή εν μέσω ασκήσεων δογματισμού. Φωνασκούν οι εν λόγω «αντιτιθέμενοι» για να πείσουν ότι έχουν «ανοιχτούς λογαριασμούς» μεταξύ τους, αλλά η απάτη δύσκολα μπορεί να κρυφθεί.

Αλλά ας είναι. Το «έργο» είναι μεν θλιβερό και χιλιοπαιγμένο, αλλά η πεπατημένη αποπνέει πάντα «σιγουριά». Πάντα; Ή μήπως όχι;

Τα παρακάτω λόγια, αλλά και όσα προηγήθηκαν, δεν αποτελούν προϊόν κάποιας υποχρέωσης ούτε καθήκοντος. Ούτε μέρος κάποιας επαναστατικής νεκρολογίας. Βρίσκονται μακριά και εχθρικά σε κάθε είδους προσπάθεια μυθοποίησης, οικειοποίησης, εμπλοκής ή απεμπλοκής, ενάντια στη λάσπη και την απαξίωση, που προσπαθεί ήδη να διοχετεύσει η εξουσία μετά την δημοσιοποίηση της ταυτότητας και της φωτογραφίας ενός νεκρού «τρομοκράτη» ύστερα από συμπλοκή με μπάτσους στην Δάφνη.

Ο Λάμπρος Φούντας, που έπεσε νεκρός κατά την ανταλλαγή πυροβολισμών με πλήρωμα περιπολικού στην περιοχή της Δάφνης είναι γνωστός για την αναρχική του δράση. Συμμετείχε από μαθητής λυκείου σε κοινωνικές πρακτικές και λίγο αργότερα στην Αναρχική Ομάδα ΜΑΥΡΟ ΑΓΚΑΘΙ, που εξέδιδε το έντυπο ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ. Είχε δράση και συμμετοχή σε πορείες, συγκεντρώσεις, κοινωνικές συγκρούσεις, διαδηλώσεις, αφισοκολλήσεις, συζητήσεις και εκδηλώσεις.

Ήταν ένας από τους χιλιάδες νέους που δεν εντάχθηκαν εκείνη την περίοδο σε καμία κομματική νεολαία, που συμμετείχαν στις μαθητικές καταλήψεις, διαδηλώσεις και συγκρούσεις πριν και μετά την δολοφονία του καθηγητή Ν. Τεμπονέρα στην Πάτρα, οι οποίοι εμπνεύσθηκαν από τα εξεγερτικά γεγονότα του Γενάρη του 1991, αλλά και από αναρχικές απόψεις και πρακτικές, που τις οικειοποιήθηκαν με μια ζωντάνια που είναι φτωχές οι λέξεις να αποτυπώσουν. Η Αναρχική Ομάδα Μαύρο Αγκάθι, μέχρι την διάλυση της, συμμετείχε στην Συνεργασία Αναρχικών Ομάδων και Ατόμων για την Κοινωνική Αλληλεγγύη και την Πολύμορφη Δράση.

Κατά την κατάληψη του Πολυτεχνείου το 1995, που έγινε ανήμερα της επετείου για την εξέγερση του 1973, ο Λάμπρος Φούντας βρέθηκε ανάμεσα στους 504 που συνελήφθηκαν από τις κατασταλτικές κρατικές δυνάμεις, που εισέβαλαν το πρωινό της 18ης Νοεμβρίου 1995 στο χώρο του Πολυτεχνείου της Αθήνας. Ήταν, λοιπόν, ανάμεσα σε τόσους και τόσους νέους αυτής της «γενιάς» που βιάστηκαν οι πολιτικώς «ορθοί» να χαρακτηρίσουν «χαμένη». Ανάμεσα σε όλους εκείνους τους συντρόφους που διάλεξαν μεριά και «ταξίδεψαν» την δεκαετία του ’90 από πορεία σε πορεία, από οδόφραγμα σε οδόφραγμα, στεκόμενοι αλληλέγγυοι με πάθος σε κάθε κοινωνικό κομμάτι επέλεγε να αντιπαρατεθεί με την εξουσία, με τα λάθη τους και τα σωστά τους την διαφορετικότητά τους αλλά και το πείσμα τους, διαψεύδοντας την κάθε εξουσία, που τους ήθελε «περαστικούς» από τους κοινωνικούς αγώνες. Όχι ότι δεν υπήρξαν και τέτοιοι. Το αντίθετο μάλιστα. Με τον Λάμπρο από τότε βρεθήκαμε τόσες και τόσες φορές πλάι-πλάι σε πορείες, συγκρούσεις και οδοφράγματα.

Πιστεύουμε, λοιπόν, ακράδαντα ότι εκείνο που αφήνουν πίσω τους οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι είναι ΤΑ ΟΣΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΥΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΚΙ ΟΧΙ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ στην απελευθερωτική διεργασία από τα δεσμά της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης. Αυτά αποτελούν παρακαταθήκη που ξεπερνά τις όποιες ανάγκες, αποφάσεις ή επιλογές.

Επειδή, τα μέσα δεν αποτελούν αυτοσκοπό, δεν διαχωρίζουν όσους αγωνίζονται, αλλά απελευθερώνουν δυνατότητες, δεν καθαγιάζουν όσους επιλέγουν την μια ή την άλλη μορφή, ούτε τους εξυψώνουν γεμίζοντας τους με οποιουδήποτε είδους παράσημα. Δεν υπάρχουν γενικά και αόριστα άδικα χαμένοι σύντροφοι. Ούτε το κύριο, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, είναι η αναζήτηση επιχειρησιακών λαθών.

Άλλο τόσο, όμως, δεν μας κάνει και η λογική ότι οι εξηγήσεις είναι προνόμιο των ιερατείων, των μυημένων ή κάποιων περισπούδαστων εσωτερικών υποθέσεων ή ότι απέναντι σ’ όσους κάθε φορά ασχολούνται με υποθέσεις και πλέκουν σενάρια η απάντηση μπορεί να αρχίζει και να τελειώνει με το απόφθεγμα: οι «απώλειες» είναι «αναγκαίο κακό». Οι τοποθετήσεις πρέπει να είναι ντόμπρες και σταράτες.

Κλείνουμε, αποχαιρετώντας τον Λάμπρο με μία ινδιάνικη ευχή (και βεβαιότητα):

«Την επόμενη φορά (που θα βρεθούμε) θα είναι καλύτερα!»

11/3/2010

ΑΝΑΡΧΙΚΗ ΑΡΧΕΙΟΘΗΚΗ ΑΘΗΝΑΣ



Κυριακή 7 Μαρτίου 2010

Η ένοπλη εξέγερση των Ινδιάνων Mohawk το 1990 (6.3.2010)

Οι Mohawk:


Οι Ινδιάνοι Mohawk αποκαλούν τους εαυτούς τους Kanienkehaka που θα πει «άνθρωποι του πυρόλιθου» και αποτελούν μια από της Φυλές του Haudenosaunee ή αλλιώς της Συμπολιτείας/ Συνομοσπονδίας Ιρόκων των 6 Φυλών. Οι άλλες 5 Φυλές είναι οι Oneida, Onondaga, Seneca, Cayuga, και Tuscarora. Και οι 6 Φυλές μαζί έχουν πληθυσμό μεταξύ 75 με 100 χιλιάδων, στον Καναδά και τις Η.Π.Α.

Οι Mohawk εντοπίζονται για πρώτη φορά από τους λευκούς «εξερευνητές» το 1535, ενώ το 1665 ξεκινάν οι συστηματικοί διωγμοί τους από την περιοχή του σημερινού Montreal προς τα δυτικά, στο σημερινό Kanehsatake.

Η ιστορία της Φυλής Mohawk είναι γεμάτη με αντιστάσεις :Είτε αυτές είναι σε μορφές ένοπλης αντιπαράθεσης με τους μπάτσους, είτε με ανακαταλήψεις εδαφών (νησί Alcatraz 1968, νησιά στο ποτάμι St. Laurence 1970, Ganienkeh –Νεα Υόρκη 1974 κ.α) κλεμμένων από τα κράτη Καναδά και ΗΠΑ, σε συνεργασίες με άλλες φυλές ή και μόνοι τους. Άλλωστε στα τέλη της δεκαετίας του 60 θα δημιουργηθεί η «Κοινότητα μαχητών» (ένοπλοι προστάτες της φυλής),στην περιοχή Kahnawake, από όπου οι Ινδιάνοι Mohawk θα προσπαθήσουν πολλές φορές να τα βάλουν με τα κράτη του Καναδά και των ΗΠΑ.



πρόλογος

H εξέγερση των Ινδιάνων του Καναδά ήταν αποτέλεσμα μιας έντονης τοπικής διαμάχη μεταξύ της πόλης του Oka και την κοινότητα Mohawk της Kanehsatake (53 χιλιόμετρα δυτικά του Montreal) Η διαμάχη αφορούσε τα σχέδια ανάπτυξης που είχε αναγγείλει ο κυβερνήτης της πόλης στα πλαίσια των οποίων ήταν και η επέκταση ενός γηπέδου γκολφ στους αγρούς που αποτελούσαν γη των Mohawk. Συγκεκριμένα η γη αυτή πέρα από το ότι ήταν ελεύθερος βοσκότοπος, περιελάμβανε τον παραδοσιακό χώρο ταφής της φυλής με επιτύμβιες στήλες των προγόνων τους. Οι Mohawk είχαν καταθέσει αίτηση για να τους δοθεί πίσω το ιερό άλσος και το νεκροταφείο κοντά στην Kanehsatake και εξηγούσαν γιατί αυτός ο τόπος τους ανήκει και γατί δεν πρέπει να καταστραφεί. Το αίτημά τους είχε απορριφθεί το 1986.



Για την (προ)ιστορία της διαμάχης:

To 1716 δίνεται γραπτή υπόσχεση στους Ινδιάνους, στο όνομα του Βασιλιά της Γαλλίας, ότι η φυλή των Mohawk θα έχει τη δική της αυτόνομη γη (περίπου 9μιση τετραγωνικά χιλιόμετρα) .

Το 1717, ο κυβερνήτης της Νέας Γαλλίας (Καναδά) έδωσε την εξουσία της γης σε ένα Καθολικό ιεροδιδασκαλείο , το Sulpician, του οποίου «αγνές» προθέσεις σύντομα έγιναν αντιληπτές από τους Ινδιάνους. Οι Mohawk ισχυρίστηκαν ότι η αρχική απόφαση περιλάμβανε περίπου εννιά τετραγωνικά χιλιόμετρα τα οποία προοριζόταν αποκλειστικά για τους Ινδιάνους και το ζωικό βασίλειο της περιοχής. Παρόλα αυτά η σχολή Sulpician , είχε αποφασίσει να χρησιμοποιήσει – εκμεταλλευτεί τη γη όπως αυτή ήθελε , μετατρέποντάς την σε εμπορικό κέντρο.

Το 1868, ένα χρόνο μετά την δημιουργία της Καναδικής συνομοσπονδίας, ο αρχηγός των Mohawk του Oka , Joseph Onasakenraτ, ο πρώτος που έμαθε τη γραφή των λευκών και μπόρεσε να διαβάσει τις αρχικές συμφωνίες που είχαν υπογραφεί στο όνομα του Βασιλιά, έγραψε μια επιστολή προς το ιεροδιδασκαλείο που καταδίκαζε την παράνομη εκμετάλλευση της γης και απαιτούσε την επιστροφή της. Η επιστολή, όπως ήταν και αναμενόμενο, δεν επέφερε κανένα αποτέλεσμα για τους Mohawks. Ένα χρόνο αργότερα ο Onasakenrat , επιτέθηκε στο ιεροδιδασκαλείο με μια μικρή ένοπλη ομάδα, αφού πρώτα τους έδωσε προθεσμία 8 μέρες για να επιστρέψουν τη γη στους Ινδιάνους. Η επίθεση έληξε μετά από δυναμική επέμβαση των τοπικών στρατευμάτων, μπάτσων της εποχής.

Το 1936, το ιεροδιδασκαλείο πούλησε και τα τελευταία κομμάτια γης, στα πλαίσια της ανάπτυξης και εκκένωσε την περιοχή, η οποία αποτελούσε βοσκότοπο για τα ζώα της φυλής.

Το 1961, η πόλη έχτισε ένα ιδιωτικό γήπεδο γκολφ, το Club de Golf d'Oka, σε ένα τμήμα της γης. Οι Mohawk αντέδρασαν καταθέτοντας αγωγή εναντίον της κατασκευής του, αλλά, ήδη μεγάλο μέρος της γης είχε καταστραφεί από τα συνεργία που είχαν αναλάβει τη δουλειά . Το γήπεδο γκολφ, όπως και ένα παρκινγκ, χτίσθηκε δίπλα ακριβώς από το ιερό νεκροταφείο και τις επιτύμβιες στήλες των προγόνων της φυλής . Η γη των Mohawk είχε πλέον περάσει στην κυριαρχία της Oka.

Το 1977, η φυλή υπέβαλε επίσημη αίτηση ,μέσω του Ομοσπονδιακού γραφείου για υποθέσεις Ιθαγενών, ζητώντας πίσω τη γη τους που καταστρέφονταν στο όνομα της ανάπτυξης και της χλιδής . Η αίτηση απορρίφτηκε χρόνια αργότερα με τη δικαιολογία ότι δεν βασιζόταν σε νομικά κριτήρια.

Το 1989 ο δήμαρχος της Oka, Jean Ouellette, θα ανακοινώσει ότι το υπόλοιπο των πεύκων θα πρέπει να κοπεί για την επέκταση της λέσχης του γκολφ ,ενώ παράλληλα εγκρίνει τη δημιουργία εξήντα πολυτελών συγκροτημάτων-κατοικιών μέσα στο πευκοδάσος . Η ενέργεια αυτή εξόργισε τους Ινδιάνους της περιοχής, αλλά και πολλούς λευκούς κατοίκους που έβλεπαν την απόφαση άκρος προκλητική. Παρόλα αυτά ούτε ο δήμαρχος, ούτε η κυβέρνηση δέχτηκαν οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με τους Ινδιάνους και τους κατοίκους της περιοχής.

Μετά και την δικαστική έγκριση για να προχωρήσει η επέκταση του γηπέδου γκολφ , «μαχητές» της φυλής έστησαν οδοφράγματα εμποδίζοντας την πρόσβαση στην περιοχή του γηπέδου του γκολφ (10 Μαρτίου 1990). Η κυβέρνηση έδωσε προθεσμία μέχρι τις 9 Ιουλίου στους Ινδιάνους να φύγουν, αλλιώς θα γινόταν επέμβαση των μπάτσων.



Η εξέγερση των Mohawk :

Στις 11 Ιουλίου ο δήμαρχος ζήτησε από την Sûreté du Québec (SQ), επαρχιακή αστυνομία του Κεμπέκ, να παρέμβει για να διαλύσει τα οδοφράγματα. Οι Ινδιάνοι «μαχητές» κάνανε συνέλευση στην οποία , ρώτησαν τις γυναίκες (όπως ορίζει το Σύνταγμά της Συμπολιτείας/Συνομοσπονδίας Ιρόκων, των 6 Φυλών ) «τις προστάτιδες της γης» και «μητέρες του έθνους», αν τους επέτρεπαν να χρησιμοποιήσουν τα όπλα ή όχι. Οι γυναίκες της φυλής αποφάσισαν να χρησιμοποιηθούν τα όπλα μόνο όμως σε περίπτωση που οι μπάτσοι επιχειρούσαν να σπάσουν τα οδοφράγματα, δηλαδή να επιτεθούν.

Πάνοπλοι μπάτσοι, ειδικές δυνάμεις δολοφόνων, πραγματοποίησαν την ίδια μέρα αιφνιδιαστική επίθεση στα οδοφράγματα αφού πρώτα έπνιξαν την περιοχή με δακρυγόνα, καπνογόνα και κρότου λάμψης. Οι ινδιάνοι απάντησαν με βροχή από σφαίρες μετατρέποντας την περιοχή σε πραγματικό πεδίο μάχης. Κόσμος έτρεχε πανικόβλητος να φυλαχτεί , ενώ για 15 και λεπτά ρίχνονταν ασταμάτητα, πυροβολισμοί και από τις δυο πλευρές. Τα χημικά που έριξαν οι μπάτσοι ,πριν εφορμήσουν, από τον αέρα γύρισαν όλα πάνω τους , δυσκολεύοντας τους έτσι να εντοπίζουν τους ήδη κρυμμένους στα δέντρα ινδιάνους, με αποτέλεσμα να οπισθοχωρήσουν αφήνοντας πίσω τους έναν μπάτσο νεκρό, έξι καταδρομικά (μπατσικά) και μια μπουλντόζα.

Ως αντίδραση σε αυτήν την επίθεση , «μαχητές» Mohawks του Kahnawake (15 χιλιόμετρα δυτικά του Montreal στις όχθες του ποταμού St. Lawrence) αυτή τη φορά, απέκλεισαν με νέα οδοφράγματα την μεγάλη γέφυρα Mercier που ενώνει τη νήσο του Montreal με τη Νότια Ακτή . Ο δρόμος αυτός περνούσε μέσα από τη γη των Mohawk του Kahnawake οπότε ήταν εύκολο και να ελεγχθεί από τους ίδιους. Οι «μαχητές» του Kanehsatake θα κλείσουν την οδική αρτηρία 344, στήνοντας οδοφράγματα με κορμούς δέντρων και με τα μπατσικά, λάφυρα, που άφησαν πίσω τους οι δυνάμεις καταστολής.

Η γέφυρα και τρεις μεγάλες οδικές αρτηρίες (132, 138, 207) της περιοχής Kahnawake είχαν πλέον μπλοκάρει. Ο αποκλεισμός αυτός δημιούργησε μεγάλη ένταση και πολλές αντιδράσεις λευκών πληθυσμών ,κυρίως αυτών που πλήττονταν άμεσα από τους αποκλεισμούς (βλ. Châteauguay, νοτιοδυτικό Κεμπέκ).

Η είδηση της σύγκρουσης διαδόθηκε γρήγορα και Ινδιάνοι από διάφορες περιοχές του Καναδά, των Η.Π.Α ,και της Λατινικής Αμερικής, ξεκίνησαν για το Κεμπέκ με στόχο να ενωθούν με τους Mohawk. Πάνω από 1000 επιπλέον πάνοπλοι μπάτσοι φθάνουν στο Kanehsatake και στήνουν μπλόκα σε μια προσπάθεια να εμποδίσουν τον αλληλέγγυο κόσμο να πλησιάσει την εμπόλεμη περιοχή.

7 δήμαρχοι του Κεμπέκ στηρίζουν με κοινές δηλώσεις τον δήμαρχο της Oka ,αρνούμενοι να «διαπραγματευτούν την γη του Κεμπέκ», όπως λένε. Από την άλλη ο υπεύθυνος –υπουργός για θέματα ιθαγενών επισκέπτεται την περιοχή για διαπραγματεύσεις που στοχεύουν στο άνοιγμα της γέφυρας Mercier. Παρ’ όλες τις προσπάθειές του οι «μαχητές» δεν κάνουν βήμα πίσω. Την περιοχή λίγο αργότερα θα επισκεφτεί και ο ίδιος ο δήμαρχος της Oka , ο οποίος θα υπερασπιστεί την επέκταση του γηπέδου του γκολφ και θα βγάλει λόγο περί «σεβασμό στους νόμους», η υποδοχή του θα σημαδευτεί από τα βρισίδια και τις φωνές των κατοίκων της περιοχής.. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ,τέλος, σε μια προσπάθεια να ηρεμήσει τα πράγματα, αγοράζει τη γη όπου θα επεκτείνονταν το γήπεδο γκολφ, με 5.3 εκατομμύρια δολάρια, αποτρέποντας υποτίθεται την «αναπτυξιακή διαδικασία» . Αυτό για τους Ινδιάνους σήμαινε απλά ότι η γη τους περνούσε από ένα αφεντικό σε άλλο, πάντως όχι σε αυτούς. Ως απάντηση οι Mohawk αποφάσισαν να μην υποχωρήσουν καθόλου, αφήνοντας πίσω κάθε λογική συμβιβασμού και τερματισμού του αγώνα τους.

Η κυβέρνηση άρχισε να συνειδητοποιεί ότι ο έλεγχος είχε πλέον χαθεί και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να καλέσει και άλλες ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας , ώστε να βοηθήσουν τις τοπικές, . Αυτές οι δυνάμεις δέχτηκαν τις επιθέσεις των αλληλέγγυων με κορυφαία αυτήν στις 14 Αυγούστου, στέλνοντας 10 μπάτσους ξυλοφορτωμένους στα νοσοκομεία.

Στις 8 Αυγούστου, ο κυβερνήτης του Κεμπέκ Robert Bourassa ανακοίνωσε σε συνέντευξη Τύπου πως είχε το δικαίωμα να καλέσει τον στρατό για την ησυχία , τάξη και ασφάλεια μιας περιοχής αν κάτι τέτοιο κρίνονταν αναγκαίο από τις τοπικές νομικές και αστυνομικές αρχές . Έτσι 2.500 στρατιώτες της 34ης και 35ης καναδικής Ταξιαρχίας και 5 ταξιαρχίες τεθωρακισμένων κατέφτασαν στην περιοχή των ένοπλων Ινδιάνων αποκλείοντας την . Ο στρατός έβαλε συρματοπλέγματα στο δρόμο και τοποθέτησε φρουρές- φύλακες. Οι «μαχητές» σε απάντηση τοποθέτησαν από την πλευρά τους δικές τους φρουρές , με την εικόνα να θυμίζει πραγματικά σύνορα κρατών. Οι ένοπλοι Mohawk με τους στρατιώτες πλέον ήταν δίπλα δίπλα με τα όπλα στο χέρι και μόνο εμπόδιο μπροστά τους ήταν τα συρματοπλέγματα που χώριζαν τα δυο μέτωπα.

Στις 12 Αυγούστου εκπρόσωποι της κυβέρνησης κάνουν τις τελευταίες προσπάθειες να διαπραγματευτούν με μέλη της κοινότητας των Ινδιάνων, ενώ παράλληλα οι «μαχητές» στήνουν πιο ισχυρά οδοφράγματα καθώς γίνεται γνωστό ότι θα πραγματοποιηθεί επιχείρηση του στρατού.

Στις 20 Αυγούστου , το 22 Βασιλικό Σύνταγμα Στρατού γνωστό και ως "Van Doos", με επικεφαλή τον Alain Major Tremblay, σε μια συντονισμένη επιχείρηση κατάφερε να περάσει τα τρια μεγάλα οδοφράγματα των Kanehsatake Mohawk φτάνοντας στον ασφυκτικό περιορισμό τους. Η αστυνομία αρχικά είχε ορίσει μια απόσταση 1μιση χιλιόμετρου ως νεκρή ζώνη , μεταξύ αυτών και των ένοπλων Ινδιάνων. Με την τελευταία επιχείρηση η απόσταση είχε μειωθεί στα πέντε μέτρα. Οι εγκλωβισμένοι πλέον Mohawk τοποθέτησαν τεράστια πανιά από δέντρο σε δέντρο εμποδίζοντας τους στρατιώτες να παρακολουθούν τις κινήσεις τους. Η μόνη εικόνα που είχε ο στρατός για το τι γίνεται στην περικυκλωμένη περιοχή, ήταν μέσω των ελικοπτέρων που πετούσαν συχνά πάνω από αυτή.

Αξίζει να σημειωθεί ότι όλο αυτό το διάστημα με τον αποκλεισμό των ένοπλων Mohawk, στα παρασκήνια διαδραματίζεται ένα όργιο κρατικής τρομοκρατίας με τους μπάτσους να ξυλοφορτώνουν , να χλευάζουν και να εξευτελίζουν (κυρίως) Ινδιάνους και αλληλέγγυους , κατά την διάρκεια ελέγχων. Το να θυμίζει κάποιος Ινδιάνο αρκούσε για να ταπεινωθεί . Το σίγουρο είναι ότι η βαρβαρότητα των μπάτσων δεν καταγράφηκε από τις κάμερες καθώς αυτές από την μια είχαν εστιάσει στα οδοφράγματα, ενώ οι θύτες από την άλλη, ξέραν πότε και που να δράσουν ώστε να μην τους πιάσει ο φακός. Επίσης έχει δημιουργηθεί ένα μέτωπο λευκών κατοίκων οι οποίοι με τη σειρά τους ζητούν από το στρατό να επιτεθεί στους «αγρίους» και πραγματοποιούν επιθέσεις σε ανυποψίαστους Ινδιάνους κυρίως μεγάλης ηλικίας. Χαρακτηριστική είναι η μαζική επίθεση λευκών σε αυτοκινητοπομπή με ηλικιωμένους και γυναικόπαιδα Mohawk ,στις 28 Αυγούστου 1990, που εγκατέλειπαν την περιοχή του Kahnawake, υπό τον φόβο μιας αιματηρής επέμβασης των δυνάμεων καταστολής και του στρατού. Από αυτές τις επιθέσεις ένας ηλικιωμένος Ινδιάνος έχασε τη ζωή του και δεκάδες άλλοι τραυματίστηκαν. Αυτές οι ομάδες λευκών θα συγκρουστούν και με τους μπάτσους, καθώς τους θεωρούν υπεύθυνους για την ανικανότητα τους να συλλάβουν τους Ινδιάνους.

Στις 29 Αυγούστου οι ένοπλοι Mohawk του Kahnawake ,μετά από διαπραγματεύσεις με το στρατό , ανοίγουν το οδόφραγμα της γέφυρας και όλα τα άλλα που ήλεγχαν καθώς αριθμητικά λιγοστεύουν και νιώθουν ανήμποροι να κρατήσουν , πόσο μάλλον όταν απέναντί τους έχουν έναν καλά οργανωμένο τακτικό στρατό. Αυτή η ξαφνική κίνηση αποδείχτηκε καταστροφική για τους ένοπλους Mohawk του Kanehsatake γιατί με έναν τόσο κεντρικό δρόμο να δίνεται πίσω στο κράτος , έχαναν και τον τελευταίο μοχλό πίεσης. Με την γέφυρα ανοιχτή, η κυβέρνηση αποφάσισε να μην συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις, ενώ οι ένοπλοι Mohawk ήταν πλέον πολύ λιγότεροι αριθμητικά ,αφού το άνοιγμα του δρόμου σήμαινε και το τέλος του ένοπλου αγώνα των Mohawk του Kahnawake (600 «μαχητές»). Στη 1 Σεπτεμβρίου, τα στρατεύματα που πριν απασχολούνταν με το μεγάλο οδόφραγμα της γέφυρας, μεταφέρθηκαν στην περιοχή του Kanehsatake και άρχισαν να πιέζουν ακόμα περισσότερο τους λιγοστούς ένοπλους Ινδιάνους που βλέποντας τα άρματα και τον στρατο να τους πλησιάζουν το μόνο που έκαναν ήταν να οπισθοχωρούν κρατώντας την χαρακτηριστική κόκκινη σημαία τους (με ένα ήλιο και έναν ινδιάνο στη μέση) ψηλά. Στη διάρκεια της συγκεκριμένης οπισθοχώρησης το κλίμα ήταν απίστευτα ηλεκτρισμένο και λίγο ήθελε για να βγει η κατάσταση εκτός ελέγχου. Οι δυο πλευρές σε κάποια σημεία είχαν πλησιάσει σε απόσπαση λίγων μέτρων και οι γυναίκες της φυλής φάνηκαν να σώζουν την κατάσταση τραβώντας τους «μαχητές» πίσω.

Όλο αυτό το διάστημα, από τον αρχικό αποκλεισμό των ένοπλων Ινδιάνων , γίνονταν προσπάθειες από αλληλέγγυους να σταλούν τρόφιμα και υλικά πρώτης ανάγκης . Πολύ λίγα φορτηγά κατάφεραν να φτάσουν και αυτά μετά από πολλές προσπάθειες. Τον τελευταίο μήνα ειδικά είχε κοπεί κάθε επαφή μεταξύ αλληλέγγυων και ένοπλων Mohawk. Η αυτό-οργανωμένη κατασκήνωση που είχαν φτιάξει οι αλληλέγγυοι (29 Ιουλίου 1990) και φιλοξενούσαν Ινδιάνους από ΗΠΑ και Λατινική Αμερική εκκενώθηκε από τους μπάτσους. Στην εμπόλεμη περιοχή τώρα, οι εναπομείναντες ανυπόταχτοι αυτό-οργανώνονται καθώς δεν έχουν πλέον επαφή με τον «έξω κόσμο». Το σχολείο του χωριού μετατρέπεται σε αποθήκη τροφίμων για όσους εξακολουθούν να παραμένουν στην περιοχή. Ο στρατός τοποθετεί πάσσαλους με συρματοπλέγματα ακόμα και μέσα σε περιοχές με νερό για να μην αποδράσουν οι ένοπλοι, το αστείο της υπόθεσης είναι ότι οι ένοπλοι έτσι κι αλλιώς δεν είχαν σκοπό να φύγουν, αλλά να μείνουν να υπερασπιστούν τη γη τους. Τα βράδια οι Ινδιάνοι κάνουν πόλεμο νεύρων στους στρατιώτες καθώς μέσα στο σκοτάδι φωνάζουν και βγάζουν διάφορες πολεμικές κραυγές κάποιες απ’ τις οποίες συνοδεύονται από επιθέσεις με πέτρες και ξύλα στην άλλη πλευρά των συρματοπλεγμάτων. Ο στρατός ανήμπορος να αντιμετωπίσει αυτές τις κινήσεις έφερε αύρες νερού και έριχνε με πίεση στην μικρή και περικυκλωμένη «ανυπόταχτη γη» καταβρέχοντας τους Mohawk.

Στις 3ς Σεπτεμβρίου 15 ένοπλοι αμετανόητοι του Kahnawake θα προσπαθήσουν να ανακαταλάβουν τη Γέφυρα Mercier, όντας λίγοι όμως δεν υπάρχει περίπτωση να τα βάλουν με τον στρατό και οπισθοχωρούν. Ο στρατός έχει καταλάβει τη μισή περιοχή του Kahnawake και δεν αφήνει να κουνηθεί φύλλο.

Στις 26 Σεπτέμβρη , οι αβοήθητοι και εγκλωβισμένοι ένοπλοι Ινδιάνοι του kanehsatake αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν μια ομαδική έξοδο, αφού πρώτα πέταξαν τα όπλα τους σε μια μεγάλη φωτιά που είχαν ανάψει. Με αυτόν τον τρόπο θελαν να δείξουν ότi αυτή τους η κίνηση δεν ήταν παράδοση, αλλά έξοδος μετά από 78 μέρες κούρασης, ταλαιπωρίας και αποκλεισμού. Στην έξοδο τους, ακολούθησε μικρο κυνηγητό με την αστυνομία και τον στρατό, το οποίο δεν είχε και πολύ νόημα καθώς όλη η περιοχή ήταν ζωσμένη από μπάτσους και στρατιώτες. Οι ανυπόταχτοι που έκαναν την έξοδο, οι τελευταίοι αμετανόητοι δηλαδή, ήταν 30 «μαχητές» (οι ένοπλοι), ένας πνευματικός ηγέτης, ένας παραδοσιακός αρχηγός, 19 γυναίκες και 7 παιδιά . Σχεδόν όλοι τους ξυλοκοπήθηκαν.




Hit n Run
εκπομπή 6.3.2010

Υ.Γ: Ντοκιμαντέρ για τα γεγονότα του 1990
Kanehsatake: 270 Years of Resistance (The Oka Crisis)