Τις τελευταίες δυο μέρες έχει πέσει ένα απίστευτο μούδιασμα σε όλους μας. Αντιφατικά και ανάμεικτα συναισθήματα, καταδίκες πρακτικών που όλοι γουστάρουμε , ερωτήματα για το πόση γκαντεμιά μπορεί να συσσωρευτεί γύρω από ένα περιστατικό. Προσπάθειες από κάποιους να δικαιολογήσουν καταστάσεις και άλλοι να κατηγορήσουν με την πρώτη ευκαιρία τα «μαλακισμένα» που βάζουν φωτιές, τους «προβοκάτορες», τους «μπάχαλους» για τους οποίους ,είχαν ήδη διατυπώσει την αποψάρα τους , μπαίνοντας με ορμή πρώτοι και καμαρότοι στο παιχνίδι του συμβιβασμού με την κλασική φράση εμείς τα λέγαμε ή όταν εμείς τα λέγαμε.
Μέρος πρώτο
Τα πράγματα είναι πολύ απλά ,ως μια αρχική διατύπωση η οποία πρέπει ο καθένας μας να επεξεργαστεί βαθύτερα: Το αν την τράπεζα την κάψαν αναρχικοί, νεολαίοι, ή χούλιγκανς δεν έχει πολύ σημασία, αν εξαιρέσουμε το ενδεχόμενο μιας παρακρατικής ενέργειας. Σημασία έχει ότι ήταν μια κίνηση την οποία μεγάλη μερίδα του αναρχικού χώρου επιλέγει αν όχι να την πραγματοποιεί, να τη στηρίζει. Οι αναρχικοί φυσικά δεν είναι οι μόνοι θαυμαστές καμένων τραπεζών, για να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους, χιλιάδες είναι αυτοί που σκάνε χαμόγελά και χειροκροτούν όταν πυρπολούνται τράπεζες αφήνοντας με τρόπο να διαρρεύσει η εσωτερική επιθυμία του «ναι ρε πούστη, καιρός να δούμε τις τράπεζες καμένες». Με αυτή τη λογική είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι για το τραγικό γεγονός στην Marfin Bank και τους 3ς αδικοχαμένους ανθρώπους «της». Το να ρίχνουμε τις ευθύνες καθαρά στον Βγενόπουλο ως υπερ-καθίκι (που όντος είναι) ή στα συστήματα πυρόσβεσης που είτε δεν υπήρχαν είτε δεν λειτούργησαν είναι μάταιο και λίγο υποκριτικό. Αυτό δεν σημαίνει οτι τα παραπάνω δεν ισχύουν , αλλά μην φτάσουμε σε σημείο να πιστέψουμε ότι καίμε τις τράπεζες επειδή γνωρίζουμε ότι έχουν συστήματα πυρόσβεσης ώστε να μην βρεθούμε αντιμέτωποι με ανεπιθύμητα αποτελέσματα.. Το κάψιμο μιας τράπεζας είναι επιλογή μας, κομμάτι μας και για αυτό θα πρέπει να κρατάμε στο πίσω μέρος του εγκεφάλου ότι έχουμε ένα μερίδιο ευθύνης για ότι έγινε. Δεν λέμε φυσικά ότι οκ παραδεχόμαστε την συνενοχή μας έτσι απλά και πάμε γι’ άλλα, αυτή τη στιγμή υπάρχει μια απίστευτη επεξεργασία συναισθημάτων, καταστάσεων και πληροφοριών που αρκεί να διατυπώσουμε αυτήν την ,ίσως απλουστευμένη, αλήθεια. Οι σκέψεις θα μπουν σε μια σειρά με τον καιρό…
Μέρος δεύτερο
Πέρα από τις ευθύνες μας όμως , που έχουν να κάνουν με τις επιλογές σε πρακτικές και δράσεις είναι ξεκάθαρο ότι έχει ξεκινήσει ίσως η πιο άγρια και σιχαμένη επίθεση προς τον αναρχικό χώρο, η οποία ξεφεύγει πολύ από την παραδοσιακή λάσπη των ΜΜΕ που είχαμε συνηθίσει. Δημοσιογράφοι, πολιτικοί, αναλυτές, «ειδικοί», αυτόπτες μάρτυρες , σάτυροι, εναλλακτικοί δημοσιογράφοι, αριστεροί κτλ έχουν ξεκινήσει ένα μαραθώνιο να κατασκευάσουν τη νέα εικόνα του «αναρχικού». Ακούμε να ξεστομίζονται ότι ναι οι κουκουλοφόροι ξέραν ότι μέσα υπήρχαν άνθρωποι και τους έκαψαν ζωντανούς και πως όταν οι από μέσα προσπάθησαν να βγουν οι αναρχικοί κρατούσαν την πόρτα κλειστή για να καούν ζωντανοί . Στην προσπάθεια να χωνέψουμε ότι υπάρχουν καθάρματα τα οποία μπορούν και λένε τέτοιες ανελέητες χοντράδες, «μαθαίνουμε» ότι ενώ οι διαδηλωτές που περνάν από έξω βλέπουν τους άλλους να καίγονται , τους κράζουν γιατί δεν ήρθαν στην πορεία και άλλα τέτοια φρικαλέα «συμπεράσματα» δημοσιογράφων. Σε ραδιοφωνικές εκπομπές ακούμε για τα καθάρματα με τις περίεργες σημαίες (τις μαυροκόκκινες δηλαδή) να χαλάνε τη γιορτή του οργισμένου λαού . Ο αναρχικός λοιπόν είναι ένας δολοφόνος , ο οποίος εδώ και 30 χρόνια περίπου προσπαθεί να σκοτώσει κόσμο , αλλά ή είναι τόσο ηλίθιος που δεν το έχει καταφέρει ακόμα ή όταν κινδυνεύει μια αθώα ζωή από αυτόν (τον αναρχικό) εμφανίζεται ο Άγιος Ναθαναήλ και τη σώζει. Επίσης διψάει για αίμα και ίσως έχει σχέση και με τα βαμπίρ.
Στους καιρούς που ζούμε οι πάντες προσπαθούν να παρουσιάσουν τον αναρχικό χώρο σαν ξένο κομμάτι σε πορείες, σε συγκρούσεις ,σε διαδηλώσεις. «Ναι, να κάψουμε τη Βουλή, αλλά όχι με τους αναρχικούς» , «ναι να συγκρουστούμε αλλά όχι με τους αναρχικούς», «ναι να οργιστούμε αλλά όχι με τους αναρχικούς».
Ε λοιπόν ναι ρε καριόληδες με τους αναρχικούς!
Υπήρχαμε και θα υπάρχουμε σε όλους τους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες ως το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι των οργισμένων των ξεσηκωμένων και των εξεγερμένων. Υπήρχαμε και θα υπάρχουμε με βία γιατί με ειρηνικές πορείες τίποτα δεν άλλαξε και τίποτε δεν θα αλλάξει. Με βία γιατί το πρώτο βήμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να σπάσουμε τη βιτρίνα της δημοκρατίας και να αποκαλύψουμε τι βρώμα κρύβεται πίσω από αυτή. Με βία γιατί στην τελική είναι η μόνη γλώσσα που καταλαβαίνει η εξουσία . Πέτρες, καδρόνια, μολότοφ, και φωτιές. Αυτά είναι τα όπλα μας και αυτά μάθαμε να χρησιμοποιούμε. Ποτέ δεν ανεχτήκαμε να είμαστε πρόβατα σε σφαγές ΜΑΤάδων και δεν μπορείτε να φανταστείτε τη χαρά που παίρνουμε όταν έστω για λίγες ώρες, μέρες, μήνες διαταράσσουμε όλη αυτήν την τρομαχτική ηρεμία που έχει επιβληθεί και οριστεί (ή υιοθετηθεί, για τους συνένοχους) ως «φυσιολογική», «κανονική» και «λογική».
Ο αναρχικός χώρος πρέπει να βγει στους δρόμους και να δείξει τι πραγματικά είναι . Να βγει έξω για να μην αφήσει τα κάθε λογής σκουλήκια να «σκιαγραφούν το πορτρέτο μας», που το μόνο που δεν έχουν πει είναι ότι βιάζουμε παρθένες, μανούλες και παιδιά. Όλοι στους δρόμους για να μετατρέψουμε τις ειρηνικές διαμαρτυρίες σε άγριες συγκρούσεις και απεργίες. Η θέση μας είναι στο δρόμο, μαζί με όσους έχουν επιλέξει τη σύγκρουση, και όχι στα σπίτια μας κρυμμένοι και φοβισμένοι.
Η γουρούνι Η άνθρωπος
(7 Μαΐου 2010)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου